«Ο Πηνειός από τον Άγιο Αθανάσιο μέχρι τα Ταμπάκικα (Μέρος Α)»

                         


Πηνειός, το δικό μας ποτάμι.  Σήμα κατατεθέν της Λάρισας, με τις τόσες ομορφιές, που ανακαλύπτουμε και χαιρόμαστε κάθε φορά που διασχίζουμε, ως  περιπατητές, τις κοίτες του.

Η Λάρισα από την αρχαιότητα ήταν κτισμένη δίπλα στον Πηνειό. Η φυσική, παλαιά κοίτη του ποταμού περνούσε από τις συνοικίες του Αγίου Αθανασίου, του Πέρα Μαχαλά, τα Ταμπάκικα για να βρει διέξοδο από την πόλη στα όρια της Νέας Σμύρνης.

Ο Πηνειός είχε διάφορες ονομασίες στο πέρασμα των αιώνων, τα καταγεγραμένα σε διάφορα κείμενα ονόματα ήταν: Αργυροδίνης (κατά τον Όμηρο), Σαλαμβριάς ή Σαλαμπριάς, Λυκόστομος, Κοστούμ, Κιουσέμ/Κιοστέμβλ. «Ο Paul Lucas δίνει δυο ονομασίες στον Πηνειό, Σαλαμπριά και Λυκόστομο (Licoustum) και μάλιστα χαρακτηρίζει τη δεύτερη τούρκικη. Όμως ο Επαμεινώνδας Φαρμακίδης μάς πληροφορεί ότι: «Ο ποταμός ούτος κοινώς καλείται Σαλαμπριά, προσωνυμία ην πρώτη η Άννα Κομνηνή απέδωκεν εις αυτόν κατά το έτος 1150 … εκ της λέξεως Σαλάμβη, σημαινούσης οπήν». Όσο για την ονομασία Λυκόστομο αυτή είναι παραφθορά του ονόματος Λυκοστόμιο που αποτελούσε τη Μεσαιωνική ονομασία της Κοιλάδας των Τεμπών απ’ όπου ο Οθωμανός Γεωγράφος Χατζή Κάλφας αποκαλεί τον Πηνειό Κοστούμ ή Κιοστέμ».

Συχνά το ποτάμι πλημμύριζε τις παρόχθιες συνοικίες, προκαλώντας ζημιές και θύματα. Για το λόγο αυτό τη δεκαετία του 1930 ανατέθηκε, αρχικά, στην εταιρεία ΒΟΟΤ η κατασκευή της νέας κοίτης, από την πλευρά του σημερινού Αισθητικού Άλσους , ενώ από το 1935 περίπου ανέλαβε την απ’ ευθείας εκτέλεση των έργων το Υπουργείο Δημοσίων Έργων και οδήγησε τα νερά του Πηνειού εκτός πόλης. Μετά τον πόλεμο, τη δεκαετία του ’50, κατόπιν απαίτησης και των κατοίκων, επανέφεραν μέρος του νερού στην παλιά κοίτη, με ελεγχόμενη ροή από το φράγμα που βρίσκεται στο χώρο της ΔΕΥΑΛ μετά τον Υδατόπυργο.

Ο Πηνειός καθόρισε και την οικονομική ζωή της πόλης αφού κοντά στις όχθες του οργανώθηκαν οι επαγγελματικές συνοικίες της Λάρισας. Στα Ταμπάκικα τα βυρσοδεψεία επεξεργάζονταν δέρματα, στα Μύλια λειτουργούσαν οι παραδοσιακοί νερόμυλοι, στα Σάλια γινόταν η μεταφορά και το εμπόριο ξυλείας και στον Πέρα Μαχαλά, στην αριστερή όχθη του Πηνειού, το νερό βοηθούσε στην επεξεργασία του μαλλιού και στην ανάπτυξη της υφαντικής. Αλλά και η εμπορική δραστηριότητα της πόλης, το μεγάλο εμπόριο των ζώων, οι ιππικοί αγώνες και οι εμποροπανηγύρεις, διεξάγονταν στο πάρκο Αλκαζάρ και κοντά στο ποτάμι [1].

Σας προσκαλώ σε μια περιήγηση στον Πηνειό. Σ΄ έναν περίπατο ξεκινώντας από τον Υδατόπυργο και τη συνοικία του Αγίου Αθανασίου, περνώντας από την παλιά πετρόκτιστη γέφυρα, που τόσοι και τόσοι περιηγητές, ζωγράφοι, φωτογράφοι αλλά και κάτοικοι της πόλης αποθανάτισαν, έως τα Ταμπάκικα και τα παλιά Σφαγεία. Μια περιήγηση μέσα σε χωμάτινα δρομάκια, παρόχθιες διαδρομές, με λεύκες και καραγάτσια, σαν αυτά που γοήτευσαν τον Δ. Ροδόπουλο και πήρε το όνομα Καραγάτσης όταν στα 1930 έγραψε τον “Συνταγματάρχη Λιάπκιν”, ανάμεσα  από βυρσοδεψεία και μύλους, μέχρι τα νταλιάνια που ψάρευαν για χρόνια οι Λαρισαίοι.

Υδατόπυργος του ΟΥΗΛ τότε, ΔΕΥΑΛ σήμερα. Χρονολογία: 1934.
Η φωτογραφία είναι των εκδόσεων Γκινακού-Μαργαρίτη (Πειραιάς).

Το 1927, στη Λάρισα την πόλη των 24.000 κατοίκων ξεκινούν τα πρώτα έργα ύδρευσης που ολοκληρώνονται το 1930. Κόστισαν 20.000.000 δρχ. ποσό τεράστιο για την εποχή. Το 1930 μέσα σε πανηγυρική ατμόσφαιρα εγκαινιάζονται συνολικά τα έργα της ύδρευσης. Στα εγκαίνια παρευρέθηκε και ο ίδιος ο πρωθυπουργός ο Ελευθέριος Βενιζέλος. Πατώντας ένα κουμπί, ο Βενιζέλος, ξεχύθηκε νερό σε σπίτια και καταστήματα. Οι Λαρισαίοι απόκτησαν νερό, αποστειρωμένο, υγιεινό από τα καλύτερα ποιοτικά και κυρίως άφθονο. Με ένα απλό στρίψιμο της κάνουλας, οι νοικοκυρές -που υπέφεραν τα πάνδεινα από τη λειψυδρία και τη βαναυσότητα των «σακάδων»- είχαν τώρα στη διάθεσή τους όσο νερό ήθελαν να πιουν και να καθαρίσουν. Αποτελούσαν πλέον εφιαλτική ανάμνηση το μαρτύριο της έλλειψης του νερού και του τύφου.

Όπως επεσήμανε στα εγκαίνια, ο Δήμαρχος Μιχ. Σάπκας, τη δαπάνη για το έργο της ύδρευσης το κάλυψαν εξ ολοκλήρου οι κάτοικοι, χωρίς να βάλει μια δραχμή το κράτος. Το άκουσε ο Βενιζέλος και το σημείωσε. Μετά τα εγκαίνια κάλεσε τους Αθηναίους δημοσιογράφους που τον συνόδεψαν στη Λάρισα και δήλωσε:

«Να γράψητε παρακαλώ στις εφημερίδας σας, ότι τα έργα ύδρευσης και ηλεκτροφωτισμού της Λαρίσης ετελέσθησαν δια μόνον των οικονομικών δυνάμεων του τόπου, επί τη βάσει ενός ιδιοτύπου νόμου την έκδοσιν του οποίου προκάλεσεν ο Δήμος Λαρίσης και να καλέσητε τους Δημάρχους όλων των πόλεων της Ελλάδος να λάβουν υπόδειγμα εις την εκτέλεσιν δημοτικών έργων, την Λάρισαν». Προς γενική κατάπληξη ολόκληρης της Ελλάδας και εν μέσω της μεγαλύτερης οικονομικής κρίσης, που γνώριζε η Ελλάδα και ο κόσμος, επιτυγχάνει να πραγματοποιήσει το 1930 το όνειρο δεκάδων γενεών της Λάρισας, με το να εξασφαλίσει την παροχή άφθονου νερού.

Το εξοχικό κέντρο του Δημ. Μπαρμπούτη “Υδραγωγείο” κοντά στον Υδατόπυργο. 1946. Αρχείο Δημ. Μπαρμπούτη

Η οικογένεια Δημητρίου Μπαρμπούτη είναι από τις πιο γνωστές στη Λάρισα εδώ και έναν αιώνα. Στα 60 χρόνια εργασίας του αναφέρεται ότι άνοιξε δεκατρία (13) καταστήματα, σε δεκατρία διαφορετικά σημεία της Λάρισας.

Ένα από αυτά ήταν και το εξοχικό κέντρο με το όνομα “Υδραγωγείο”, δίπλα στις εγκαταστάσεις του ΟΥΗΛ στον Υδατόπυργο, κοντά στο ποτάμι . Μάλιστα για τη μεταφορά των πελατών του είχε μισθώσει φορτηγό αυτοκίνητο, το οποίο ξεκινούσε από την Κεντρική πλατεία. Το κέντρο βρισκόταν σε ειδυλλιακή θέση, όμως έκλεισε πολύ γρήγορα, γιατί το καλοκαίρι του 1946 ο γιός του Μήτσου Περικλής, 18 ετών, πνίγηκε κάνοντας μπάνιο στο ποτάμι. Το πλήγμα για την οικογένεια ήταν τόσο μεγάλο ώστε ο Μπαρμπούτης σταμάτησε τη λειτουργία του.

Η συνοικία του Αγίου Αθανασίου φωτογραφημένη από τον Υδατόπυργο. Χρονολογία περίπου 1935~6. Φωτογράφος Παντελής Γκίνης (Λάρισα).

Η συνοικία του Αρναούτ μαχαλά (Αγίου Αθανασίου) ήταν επί τουρκοκρατίας συνοικία η οποία κατοικείτο από Αρβανίτες δηλ. από Αλβανούς ή κατά μία άλλη εκδοχή Ορεινός. Όπως αναφέρει ο δημοσιογράφος και ιστορικός ερευνητής Κων. Περραιβός: «Μετά την εξόντωση του Αλή πασά και των τέκνων του, οι Αρβανίτες που ήταν εγκατεστημένοι στον Αρναούτ Μαχαλά έγιναν στόχος των γενίτσαρων του Σουλτάνου, αναγκασθέντες έτσι να εγκαταλείψουν την Λάρισα. Τότε άρχισε να εποικίζεται από Έλληνες των Αγράφων, του Ολύμπου και αργότερα από τα Αμπελάκια, το Βλαχολίβαδο, το Ζάρκο και άλλες περιοχές. Οι νέοι έποικοι ίδρυσαν στην περιοχή καταστήματα τα οποία πωλούσαν προϊόντα από τις πατρίδες τους (όσπρια, τυριά κρασιά, αλλαντικά, κλπ). Επιπλέον, επειδή τον κεντρικό τομέα της Λάρισας τον κατοικούσαν τα τελευταία χρόνια πριν από την απελευθέρωση της Θεσσαλίας το 1881 οι Οθωμανοί γαιοκτήμονες (μπέηδες), η αστική τάξη της πόλεως, θέλησε να βρεθεί μακριά τους και εγκαταστάθηκε και αυτή στον Αρναούτ μαχαλά. Από τον πυρήνα αυτόν των εύπορων και μορφωμένων χριστιανών της συνοικίας προήλθαν τα άτομα εκείνα τα οποία έπαιξαν κατά την επανάσταση του 1878 πρωταγωνιστικό ρόλο. Μετά την απελευθέρωση έκτισαν στη συνοικία του Αγίου Αθανασίου τα αρχοντικά τους διάφοροι εύποροι Λαρισαίοι όπως ο γιατρός Αναστ. Ζαρμάνης, ο χρυσοχόος Νικ. Αρσενίδη, ο δικηγόρος Δημητρίου Γαλανίδη, ο έμπορος Κωνστ. Σηλυβρίδης, ο γαιοκτήμονας και επιχειρηματίας Κωνστ. Σκαλιώρας και πολλοί άλλοι. Ήταν όλα κτισμένα με στοιχεία δανεισμένα από την παραδοσιακή, αλλά και την νεοκλασική αρχιτεκτονική. Αυτά ο Γιώργος Γουργιώτης τα χαρακτηρίζει σαν «λαϊκά νεοκλασικά» κτίσματα. [2]

Στην ίδια συνοικία του Αγίου Αθανασίου μπορούμε να εντάξουμε και την περιοχή Σάλια, η οποία καταλαμβάνει την παλιό τουρκικό μαχαλά Σαρατσλάρ. Η ονομασία Σάλια προήλθε από την παρουσία στην περιοχή ειδικών εργατών, που ονομάζονταν «Σαλτζίδες» και οι οποίοι είχαν την ικανότητα να αγκιστρώνουν στο σημείο αυτό πριν τη γέφυρα τις μεγάλες ντάνες υλοτομημένης ξυλείας που ταξίδευε από την Πίνδο μέσω του ρεύματος του Πηνειού. Την ανέβαζαν στις όχθες και εν συνεχεία την μετέφεραν στα καταστήματα του Ξυλοπάζαρου της πόλεως και στα διάφορα εργοστάσια ξυλείας.

Ο προπολεμικός ναός του Αγ. Αθανασίου. Λεπτομέρεια φωτογραφίας από επιστολικό δελτάριο του Νικ. Κουρτίδη. Περίπου 1935.

Η λήψη της φωτογραφίας απεικονίζει ένα τμήμα της συνοικίας του Αγίου Αθανασίου και έγινε από τον Υδατόπυργο.  Στο κάτω τμήμα της φωτογραφίας διακρίνεται η δεξιά όχθη του Πηνειού και ο παρόχθιος δρόμος, ο οποίος αντιστοιχεί στη σημερινή οδό Κραννώνος. Πίσω από τα πρώτα σπίτια του συνοικισμού προβάλλει μεγαλοπρεπής ο ναός του Αγίου Αθανασίου. Είχε αντικαταστήσει τον παλαιό ναό, που είχε αρχίσει να κτίζεται το 1855 επί τουρκοκρατίας και εγκαινιάσθηκε το 1869. Το 1925-26, προφανώς επειδή ο ναός ήταν μικρός μέγεθος δεν επαρκούσε για να εξυπηρετήσει τις αυξανόμενες ανάγκες της ενορίας, «ανακαινίσθηκε εκ βάθρων» στο ίδιο σημείο όπου βρισκόταν ο παλιός. Πολλές από τις εικόνες του ναού είχαν ζωγραφισθεί το 1926 από τον Αγιογραφικό Οίκο της Λάρισας των Χρυσόστομου Παπαμερκουρίου και Παντελή Γκίνη, οι οποίες σήμερα διασώζονται στο σκευοφυλάκιο του ναού. Η «ζωή» αυτού  του ναού υπήρξε σύντομη, μόνον 15 χρόνια, αφού την 1η Μαρτίου 1941 καταστράφηκε σοβαρά από τον σεισμό και κρίθηκε κατεδαφιστέος, χωρίς όμως μέχρι το 1946 τουλάχιστον να έχει ακόμα κατεδαφισθεί. Αφού ακολούθησε μια μακροχρόνια προσωρινή στέγαση του ναού σε κατάλληλα διαμορφωμένο οίκημα, που βρίσκεται έως και σήμερα εγκαταλελειμμένος στον προαύλιο χώρο, στις 3 Μαρτίου 1987 έγιναν τα εγκαίνια του σημερινού ναού. [3]

Λάρισα η παλιά πετρόκτιστη γέφυρα και πίσω της  το τζαμί του Χασάν Μπέη στο λόφο «Πευκάκια». Εκδόσεις Στεφ. Στουρνάρα (Βόλος), αρχές της δεκαετίας του 1900.

Το τζαμί αυτό ήταν το επισημότερο τη Λάρισας και από τα μεγαλύτερα στον Ελλαδικό χώρο. Κτίστηκε, σύμφωνα με την παράδοση, λίγα χρόνια μετά την κατάληψη της Λάρισας από τους Οθωμανούς πάνω σε χώρο Βυζαντινής εκκλησίας αφιερωμένης στη Σοφία του Θεού, η οποία με τη σειρά της είχε κτιστεί, κατά την περίοδο των βυζαντινών χρόνων, στη θέση αρχαίου ιερού προς τιμήν της θεάς Δήμητρας που υπήρχε εκεί από τους κλασικούς χρόνους.

Με την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο Ελληνικό κράτος, η μουσουλμανική κοινότητα σταμάτησε να χρησιμοποιεί και να φροντίζει το τζαμί του Χασάν μπέη, γιατί την εξυπηρετούσε καλύτερα το νεόκτιστο Γενί τζαμί που είχε κτισθεί απέναντι από την Πλατεία Ανακτόρων, εκεί που υπάρχει μέχρι σήμερα. Από την εγκατάλειψη του το τζαμί υπέστη σοβαρές φθορές και το 1908 κατεδαφίσθηκε. Άξια αναφοράς είναι η προσπάθεια που έγινε από τον εκδότη-δημοσιογράφο της εφημερίδας «ΜΙΚΡΑ» της Λάρισας Θρασύβουλος Μακρής, συνεπικουρούμενος από τον Μιχαήλ Χρυσοχόου, αγωνιστή, χαρτογράφο και συγγραφέα με συνεχή διαβήματα προς τη Νομαρχία Λαρίσης, τη Βακουφική Επιτροπή των συμπολιτών μας Οθωμανών που είχαν τη διαχείριση των περιουσιακών στοιχείων της κοινότητας τους και προς τον αρχαιολόχο κ. Αρβανιτόπουλο, γνωστό για την πρώτη ανασκαφή και αποκάλυψη του Α΄Αρχαίου θεάτρου της πόλης. Όπως ανέφερε ο  Θρασύβουλος Μακρής στις 21/1/1907: «…Συμμεριζόμεθα πάντες την γνώμην του κ. Χρυσοχόου ότι αι αρχαιότητες της Θεσσαλίας και ιδία αι της Λαρίσσης κατεστράφησαν βανδαλικώς σχεδόν υφ΄ ημών των ιδίων ως και το ότι εις τούτο συνετέλεσαν δυστυχώς εκείνοι οι οποίοι ακριβώς έπρεπε να πρωστατεύωσι τα αρχαία κειμήλια. Εις την περίπτωσιν όμως της κατεδαφίσεως του τζαμιού Ορχάν (Χασάν μπέη) δεν ηξεύρομεν ποιοι είναι οι υπεύθυνοι βεβαίως όλαι οι αρχαί από της Νομαρχίας μέχρι της Βακουφικής Επιτροπής φέρουσι μέρος της ευθύνης δια την γενομένην καταστροφήν, τούτο δε συνέβη, διότι έπρεπε προς πάσης ενέργειας η μεν Βακουφική Επιτροπή των συμπολιτών μας Οθωμανών να μη προβεί εις την πώλησιν του υλικού προτού ερωτήση τον κ. Δήμαρχον ή τον κ. Νομάρχην οι οποίοι προς πάσης εγκρίσεως ή μη της προτάσεως ταύτης θα εζήτουν βεβαίως την γνώμην του ειδικού δια την υπηρεσίαν ταύτην εφόρου των Αρχαιοτήτων Θεσσαλίας κ. Αρβανιτόπουλου, και μετά την λήψιν της γνώμης να προβώσιν εις ταύτην ή εκείνην την ενέργεια…»

Δεξιότερα του τζαμιού παρατηρούμε έναν ορθογωνικό κτίριο με σκεπή και ένα λεπτό πύργο. Αυτός ο χώρος ήταν αποθήκες υλικού πολέμου μέχρι και τον πόλεμο του 1940 που βομβαρδίστηκε πριν την είσοδο των Γερμανών στην πόλη τον Απρίλιο του 1941. Σήμερα και οι δύο αυτοί χώροι (τζαμί του Χασάν μπέη και αποθήκες πολέμου) έχουν κατεδαφισθεί και σε κάποιο σημείο του χώρου αποκαλύφθηκε το Β΄ Αρχαίο Θέατρο της Λάρισας.

Συνεχίζεται...

Θωμάς Ζ. Κυριάκος

thomask.larissa@gmail.com

-----------------------------------------------------------------------------------------------------------------

[1] «Νοσταλγώντας την παλιά Λάρισα Ι – Το πάρκο Αλκαζάρ και η συνοικία του Πέρα Μαχαλά», LarissaPress 29/3/2020.

[2] Η Λάρισα από την απελευθέρωση μέχρι το 1950-Γεωργίου Ζιαζιά, κεφ. Μαχαλάδες-Εκκλησίες-Πηνειός

[3]Λάρισα-Μια εικόνα χίλιες λέξεις «Ο προπολεμικός ναός του Αγ. Αθανασίου» Νικ. Αθ. Παπαθεοδώρου. ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ 8/1/2014

Δημοσιεύθηκε στη Larissa Press στις 5 Απριλίου 2020




Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις