«Ο Πηνειός από τον Άγιο Αθανάσιο μέχρι τα Ταμπάκικα (Μέρος Β)»

 


Η γιορτή των Θεοφανίων, πιθανόν πριν το 1880. Φωτογραφία από το βιβλίο «ΛΑΡΙΣΑ. Εικόνες του χθες» του Δήμου Λαρισαίων.


Μέρος Α

Η μοναδική ίσως φωτογραφία της γέφυρας του Πηνειού με στηθαίο. Διακρίνονται πολλοί με φέσια και οι κολυμβητές με βράκες έτοιμοι να πέσουν στο νερό. Είναι από τις παλαιότερες που έχουν διασωθεί και τοποθετείται χρονολογικά στα τελευταία χρόνια της τουρκοκρατίας (1878-1880), , ο δε φωτογράφος είναι άγνωστος. Την περίοδο εκείνη (1866) γνωρίζουμε ότι υπήρχε στη Λάρισα φωτογραφείο του Γεωργίου Φεχτζή (George Fehtsi) και Σία, με φωτογραφεία του παράλληλα στον Βόλο και τα Τρίκαλα. Επίσης στην πόλη μας δραστηριοποιείτο και ο Γεώργιος Αποστολίδης από το 1870. Λογικά λοιπόν φωτογράφος θα πρέπει να είναι ένας εκ των δύο, με πιθανότερο τον Φεχτζή.

Επιχρωματισμένη καρτ ποστάλ του Στεφ. Στουρνάρα (Βόλος), του 1907. Η λήψη της έγινε από την πλευρά του Τσούγκαρι και απέναντι βλέπουμε τη συνοικία του Βλαχομαχαλά ή Πέρα Μαχαλά, τον τρούλο από την παλιά εκκλησία του Αγίου Χαραλάμπους και δεξιά τις δενδροστοιχίες από το πάρκο του Αλκαζάρ.

Για τον κατασκευαστή της γέφυρας αυτής είχαν διατυπωθεί παλαιότερα πολλές απόψεις. Πίστευαν ότι ήταν έργο των ύστερων βυζαντινών χρόνων. Σήμερα όμως είναι ιστορικά αποδεδειγμένο ότι την είχε ανεγείρει ο Χασάν μπέης, εγγονός του κατακτητή της Θεσσαλίας [1423] Τουρχάν μπέη. Επομένως πρέπει να χρονολογηθεί σαν κτίσμα του τέλους του 15ου αιώνα. Θεωρείται ότι ήταν η πρώτη γνωστή πέτρινη αμαξιτή γέφυρα του θεσσαλικού χώρου. Μέχρι τότε οι γέφυρες της περιοχής αυτής είχαν στενό οδόστρωμα με μεγάλη καμπύλη, το οποίο επέτρεπε μόνον την διακίνηση πεζών και μεμονωμένων ζώων μεταφοράς. Η γέφυρα της Λάρισας, ήταν μία από τις μεγαλύτερες και στατικά στερεότερες της χώρας. Είχε μήκος 120 μέτρα και πλάτος 4,5 μέτρα, το οποίο μόλις επέτρεπε με κάποια δυσκολία τη διασταύρωση δύο αμαξών. Εκτείνονταν επάνω σε εννέα τόξα. Πεζοδρόμια δεν υπήρχαν και στα πλάγια ο δρόμος περιχαρακώνονταν σε χαμηλό ύψος με βαριά λίθινα στηθαία, κατασκευασμένα από μεγάλες πλάκες, τοποθετημένες κάθετα. Η επιμελημένη κατασκευή που είχε η γέφυρα την κράτησε στερεή σε όλη τη διάρκεια της τουρκοκρατίας.

Η Πρωτεύουσα της Θεσσαλίας Λάρισσα και ο Πηνειός Ποταμός. Θεόφιλος Χατζημιχαήλ. Χρονολογία 1930. Συλλογή της Εμπορικής Τράπεζας

Το με τον τίτλο «Η Πρωτεύουσα της Θεσσαλίας Λάρισσα και ο Πηνειός Ποταμός. Έργο του Θεοφίλου Γ. Χατζημιχαήλ 1930», το οποίο είναι αντιγραφή της καρτ ποστάλ αρ. 234 του Στέφανου Στουρνάρα, με ορισμένες διαφορές, ιδίως στην απόδοση των ατμόμυλων της περιοχής στην περιοχή των παλιών Σφαγείων. Επειδή ο Στουρνάρας ήταν από το Βόλο και πόλη διαμονής του Θεόφιλου, λογικό ήταν ότι κάποια στιγμή έφτασαν και στα χέρια του, ο οποίος και την αντέγραψε.

Ο Πηνειός πλημμυρισμένος  και στο βάθος ο Άγιος Αχίλλειος, χρονολογία περίπου 1932~3. Φωτογράφος  ο Λαρισαίος Ιωάννης Κουμουνδούρος.

Σύμφωνα με τον Θεοδ. Παλιούγκα οι πλημμύρες αποτελούσαν τη δεύτερη σοβαρότερη αιτία θανάτου στη Λάρισα, μετά τα λοιμώδη νοσήματα. Οι περισσότερες και καταστροφικότερες πλημμύρες σημειώνονταν κατά τη διάρκεια του χειμώνα, όταν, μετά από μεγάλες βροχοπτώσεις στη δυτική Θεσσαλία ο Πηνειός υπερχείλιζε, και τα πλεονάζοντα νερά του κατέκλυζαν τις παρόχθιες συνοικίες όπως του Πέρα Μαχαλά και τα Ταμπάκικα. Όταν τα νερά αποτραβιόντουσαν, άφηναν πίσω τους περιοχές ερειπωμένες, πολλούς νεκρούς και εκατοντάδες αστέγους, αλλά και εκτεταμένες ζημιές στη γεωργική παραγωγή και στη κτηνοτροφία. Από τις αρχές της δεκαετίας του ΄30 όταν αρχικά η ΒΟΟΤ και στη συνέχεια το Υπουργείο Δημοσίων Έργων και οδήγησαν τα νερά του Πηνειού εκτός πόλης, οι οδυνηρές συνέπειες των πλημμυρικών φαινομένων στην πόλη μειώθηκαν.

Από τη παληά Λάρισα – Δειλινό στη γέφυρα. Καρτ ποστάλ  του Νικ. Στουρνάρα (Βόλος), του 1938~39.

Η λήψη της φωτογραφίας έγινε από την κοίτη του Πηνειού από την πλευρά του Πέρα Μαχαλά, στο ύψος του σημερινού ΚΗΠΟΘΕΑΤΡΟΥ, απέναντι από την εκκλησία του Αγ. Αχιλλείου. Παρατηρώντας προσεκτικά το τοίχο πίσω από τη γέφυρα (αριστερά) διακρίνεται ο τοίχος του Κέντρου ΚΑΛΛΙΘΕΑ.

Το Καφεζυθοποιείον ΚΑΛΛΙΘΕΑ, λειτουργούσε στο κάτω του Λόφου Ακροπόλεως, στην γωνία των σημερινών οδών Κενταύρων & Καλλιθέας από το 1925, στο λόφο «Πευκάκια» που εκτεινόταν από εκείνο το σημείο έως και την περιοχή του ΤΕΕ. Παρ΄ όλο που η επίσημη ονομασία του ήταν “Καλλιθέα” ο κόσμος το ήξερε σαν “Πευκάκια”, γιατί έτσι το διαχώριζε από το κέντρο “Καλλιθέα” του Μήτσου Μπόκοτα στον Λόφο. Τα “Πευκάκια” γνώρισαν προπολεμικά μεγάλες δόξες. Τα καλοκαίρια έφερνε ορχήστρες και τραγουδίστριες και γέμιζε από κόσμο ο οποίος απολάμβανε δροσιά, ωραία μουσική και χορό.

Με την κήρυξη του πολέμου και την είσοδο των Γερμανών τον Απρίλιο του 1941 στη Λάρισα, το κέντρο σταμάτησε τη λειτουργία του και λόγω της θέσης του τα στρατεύματα κατοχής το επέλεξαν  ως παρατηρητήριο. Από το σημείο αυτό μπορούσαν να ελέγξουν τον θεσσαλικό κάμπο και ιδιαίτερα την παρακείμενη γέφυρα του Πηνειού. Μετά την απελευθέρωση τα “Πευκάκια” λειτούργησαν ξανά, χωρίς όμως την παλιά αίγλη.

Η περιοχή Τσούγκαρι, κάτω από το λόφο Φρουρίου βομβαρδισμένη από του Γερμανούς και η γέφυρα του Πηνειού, ότι είχε απομείνει μετά την ανατίναξη της από του Νεοζηλανδούς. Τέλη Απριλίου του 1941. Συλλογή Βύρωνα Μήτου από το λεύκωμα του Δήμου Λαρισαίων «ΛΑΡΙΣΑ. Η μνήμη της πόλης ΚΑΤΟΧΗ-ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ 1941-1944.

Η παλιά πετρόκτιστη γέφυρα του Πηνειού ανατινάχτηκε από συμμαχικά χέρια. Οι Νεοζηλανδοί, κατά την οπισθοχώρηση των συμμαχικών δυνάμεων προς το Νότο, είχαν αναλάβει να καθυστερήσουν την προέλαση των Γερμανών. Γι αυτό το λόγο βρέθηκαν και στην περιοχή της Λάρισας. Πριν 2,5-3 χρόνια που στάλθηκε από ένα διαδικτυακό φίλο τον εγγονό τον Jason Lowe, εγγονό του λοχία Francis Clive Lowe μια δυσανάγνωστη σελίδα από τον ημερολόγιο του παππού του που αναπαριστούσε ένα σκαρίφημα γέφυρας και τα σημεία τοποθέτησης των εκρηκτικών. Πριν μερικούς μήνες μου στάλθηκε και η μετάφραση του κειμένου, από τους διαχειριστές της σελίδας Greece at WWII Archives στο Facebook, διαφωτίζοντας εκείνες τις τελευταίες στιγμές πριν την ανατίναξη της γέφυρας. Ας μεταφερθούμε στη νύχτα της 18ης Απριλίου 1941, μια βραδιά πριν την κατάληψη της πόλης από του Γερμανούς:

Μέσα από το σκοτάδι φάνηκαν σκιές οχημάτων. Ήταν γερμανικά ή βρετανικά; Ή ήταν δικοί μας; (Νεοζηλανδοί) Η καρδιά μου χτύπαγε σαν σφυρί στο στήθος μου. Αργά σήκωσα το τουφέκι και ψιθύρισα στον εαυτό μου.
«Θα πάω κάτω με αυτό το πράγμα που φλέγεται ούτως ή άλλως.” Δεν αναγνώριζα τη δική μου φωνή.
«Γεια σας» Μια φωνή, βγήκε από το σκοτάδι.

“Δόξα το Θεό” απάντησε ο λοχίας μας: “Ποιος είναι;”
“Νεοζηλανδική Μηχανοκίνητη Μεραρχία Ιππικού” ήταν η απάντηση. Σταμάτησαν.
“Γεια σου λοχία.” είπε ένας αξιωματικός καθώς βγήκε. “Είμαστε οι τελευταίοι από τον στρατό μας, είμαστε όλοι από τη νότια πλευρά τώρα. Καλύτερα να βιαστείτε. Οι Γερμανοί είναι σχεδόν στην ουρά μας.”
“Ναι Κύριε” απάντησε ο Redmond. “Δεξιά αγόρια πίσω στο έμβολο και θα την τινάξουμε στον αέρα (την γέφυρα)”, μας φώναξε. Το Bren Carrier έφευγε μακριά καθώς σπεύσαμε πίσω στο ηλεκτρικό έμβολο.
“Μα το θεό, στοιχηματίζω ότι ανεβαίνει σε μια αποθήκη πυρομαχικών» είπε ο Τζακ
Παρακολουθούσαμε καθώς ο λοχίας πήρε τη λαβή του εμβόλου και στα δύο χέρια. Το πάτησε για μια στιγμή και έπειτα πιο δυνατά. Μια λαμπρή λάμψη φωτίζει ξαφνικά ολόκληρο τον ουρανό και μια απίστευτη έκρηξη χωρίζει στα δυο τον αέρα. Εκεί που ήμασταν, αισθανόμασταν ασφαλείς, αλλά η γη βυθίστηκε κάτω από τα πόδια μας, και σε έναν από μας ένα κομμάτι σκυροδέματος καρφώθηκε πάνω στο κράνος του. Τον τίναξε πάνω για ένα δευτερόλεπτο, αλλά μετά από λίγο το ξεπέρασε γελώντας.
Επιστρέψαμε στη γέφυρα ή εκεί που βρισκόταν κάποτε αυτή. Θα έλεγα ότι κάναμε τέλεια δουλειά. Ο λοχίας σταμάτησε κοιτάζοντας τα συντρίμμια.
“Λοιπόν, είναι μια πρωτοκλασάτη δουλειά παιδιά” είπε.
“Έλα ρε Λοχία” είπε ο Jim “Δεν είναι καλό να περιμένουμε άλλο εδώ τώρα, ας φύγουμε”.
Ακόμη και την στιγμή που ο Jim μιλούσε, ακούσαμε φορτηγά στο δρόμο, ο θόρυβος σε μια περίπτωση έμοιαζε από τάνκ. Ακούγοντας προσεκτικά ανακαλύψαμε ότι έρχονται από τη Λάρισα. Κάποιος φώναξε από ένα Bren Carrier.
“Για όνομα του Θεού! Οι Αυστραλοί έφυγαν τη νύχτα στις 9 το βράδυ και οι Γερμανοί διέσχισαν τον ποταμό στις δέκα” ήταν ο αξιωματικός από το τελευταίο όχημα Bren που μίλησε. Mετά από μια σύντομη παύση συνέχισε “Επέστρεψα για να σας προειδοποιήσω, δεν σας έμεινε καθόλου χρόνος, οι Γερμανοί περιμένουν μόνο το φως της ημέρας πριν εισέλθουν στη Λάρισα. Πρέπει να συνειδητοποιήσετε ότι δεν έχουν μείνει δικοί μας στη Λάρισα. Όλοι κατευθύνονται προς τη Λαμία, δηλαδή όσοι έμειναν.”Ακολουθήστε με τα φορτηγά σας” Είδε τη κατεστραμμένη γέφυρα. “Είναι μεγάλη δουλειά” ήταν το μόνο σχόλιό του.
“Ναι, αλλά ποιο το όφελος, αν είναι ήδη (οι Γερμανοί) πάνω από πέντε μίλια μπροστά μας.”
“Ναι, αλλά θα κρατήσει τα τάνκς τους μακριά για λίγο.”
Ήμασταν ήδη στο φορτηγό. Ξεκίνησε με ένα βρυχηθμό και μερικά δευτερόλεπτα αργότερα ακολουθούσαμε τα Bren. Νομίζω ότι όλοι αφήσαμε ένα αναστεναγμό ανακούφισης, καθώς το φορτηγό πήρε ταχύτητα.
Πηγαίνοντας δίπλα από την Λάρισα στην ανατολή της αυγής δεν θα μπορούσα παρά να σκεφτώ “Λάρισα μόλις πριν λίγες εβδομάδες ήσουν μια όμορφη μικρή ελληνική πόλη, τότε ένας σεισμός σε χτύπησε! Την προηγούμενη νύχτα οι παλιο- Ιταλοί πήραν αβαντάζ στον πόνο σου και τώρα οι Γερμανοί έχουν αποτελειώσει την καταστροφή σου. Σε αποχαιρετώ…” [4 ]

Γέφυρα του Πηνειού. Ζωγράφος Δημήτριος Γιολδάσης. Συλλογή Γεωργίου Ι. Κατσίγρα. ΔΗΜΟΤΙΚΗ ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ ΛΑΡΙΣΑΣ – ΜΟΥΣΕΙΟ Γ.Ι. ΚΑΤΣΙΓΡΑ.

Ο Δημ. Γιολδάσης μας μεταφέρει στα χρόνια της Γερμανικής κατοχής με μια καθημερινή εικόνα στην περιοχή της γέφυρας και του παραποτάμιου δρόμου, της σημερινής οδού Καλλιθέας. Σε πρώτο πλάνο βλέπουμε την ξύλινη προσθήκη, που είχε γίνει από τους Γερμανούς ,για να μπορέσουν να συνεχιστούν απρόσκοπτα οι μετακινήσεις βαρέων οχημάτων και αυτοκινήτων από και πως τη Λάρισα.

Έντονη είναι η κίνηση όχι μόνο πάνω στο κατάστρωμα της γέφυρας, αλλά και στον παρόχθιο δρόμο, από άμαξες και πεζούς. Στο βάθος βλέπουμε το άλσος Αλκαζάρ με το σπιτάκι του φύλακα και το Ηρώο των πεσόντων του «ατυχούς» Ελληνοτουρκικού πολέμου του 1897 και τον Όλυμπο.

Γέφυρα Πηνειού και πίσω της ο λόφος Ακροπόλεως, 1957~8. Εκδότης: IRIS-Χασσίδ, φωτογράφος Κ. Στουρνάρας (Αθήνα).

Στη φωτογραφία βλέπουμε τη τσιμεντένια γέφυρα του Πηνειού, με δυο ρεύματα κυκλοφορίας ένα εισόδου και ένα εξόδου από την πόλη. Η λήψη της είναι από την πλευρά του Πέρα Μαχαλά. Στο βάθος φαίνεται το παλιό ρολόι της Λάρισας, ενώ απουσιάζει από το πλάνο ο ναός του Αγίου Αχιλλίου. Ήταν η περίοδος πριν ξεκινήσει η κατασκευή του ναού, που γνωρίζουμε έως σήμερα. Τη δεκαετία του ΄50, για προσωρινή χρήση, ο ναός στεγαζόταν σε μια ξύλινη κατασκευή, την επονομαζόμενη ως «Παράγκα», στο χώρο που βρίσκεται σήμερα το Ηρώο της πόλης μας, δίπλα στο αναψυκτήριο «ΦΡΟΥΡΙΟ» .

Λάρισα Υδροφόρος. Καρτ ποστάλ – φωτογραφία, του 1910 περίπου,  του φωτογράφου Στέφανου Στουρνάρα από τον Βόλο.

Απεικονίζει τη δεξιά όχθη του Πηνειού, στο ύψος όπου σήμερα στεγάζεται το Τεχνικό Επιμελητήριο. Στο κέντρο ένα άλογο είναι φορτωμένο με ασκούς και από τις δύο πλευρές της ράχης του. Ο ιδιοκτήτης του ζώου κρατώντας ένα μεγάλο μεταλλικό δοχείο γεμίζει με νερό του ποταμού τους ασκούς (σακιά), για να μεταφέρει το περιεχόμενό τους στην πόλη και να το πουλήσει.

Κατά τη διάρκεια της Τουρκοκρατίας οι κάτοικοι της Λάρισας υδρεύονταν είτε από τα νεροπήγαδα που υπήρχαν σε ορισμένα σπίτια, είτε από δημόσιες κρήνες είτε από τον Πηνειό. Πιο τυχεροί οσοι κατοικούσαν στις παραποτάμιες συνοικίες γιατί το μετέφεραν, συνήθως, μόνοι τους με υδροδοχεία, ενώ οι συνοικίες στο εσωτερικό της πόλης το αγόραζαν από τους νερουλάδες, τους λεγόμενους και Σακατζήδες, προερχόμενη από την τούρκικη λέξη sakkaci.

Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά στην εφημερίδα ΕΛΛΑΣ (τεύχος 6, στις  6/1/1908) ο ανταποκριτής της εφημερίδας ονόματι Φρύνος [5] «συναντά κανείς πολύ συχνά, ιδίως τώρα, κατά τας ημέρας του χειμώνος, εις τας οδούς της Λαρίσσης, μερικούς ρακένδυτους. Σύρουν από του χαλινού άλογα ισχνά, ενώ ο θρους της βροχής και οι μονότονοι του ίππου κωδωνισμοί αναμιγνύονται με τον τριγμόν των συγκρουόμενων οδόντων των. Είναι οι ταλαίπωροι βιοπαλαισταί, οι κατά το Θεσσαλικό ιδίωμα ονομαζόμενοι Σακαντζήδες, οι οποίοι υδρεύουν την Λάρισσαν δια του αρχέγονου συστήματος δυο ιδιότροπων ασκών, οίτινες ενίοτε αποτελούν εστίας νόσων. Οι Σακαντζήδες λοιπόν ούτοι, ή καλιακούδες (κολιοί), κατερειπωμένα τινά εναπομείντα τεμένη και η συνήθης ερημιά των οδών αδικούν την κατά τα άλλα συμπαθεστάτην Λάρισσαν, διότι της προσδίδουν κάτι τι το Τούρκικον. Η κοινωνική κίνηση είνε χαλαρά, διότι δεν υπάρχει, είτε διότι δεν φαίνεται. Ήθελα να δώσω μια εικόνα της ζωής των δεσποινίδων της Λαρίσσης. Αλλά εδώ συχνότερα συναντώμαι με κομήτην, παρά με δεσποινίδα.»

Γέφυρα Πηνειού και στο βάθος ο Άγιος Αχίλλειος. Απεικονίζει τη δεξιά όχθη του Πηνειού, στο ύψος όπου σήμερα στεγάζεται το Τεχνικό Επιμελητήριο. Καρτ ποστάλ του Στ. Στουρνάρα (Βόλος), χρονολογία δεκαετία του 1910.

Οι σακάδες ή σκατζήδες είχαν ως επάγγελμα την τροφοδοσία της πόλης με καθαρό νερό. Όπως περιγράφει ο παλιός Δήμαρχος Μιχαήλ Σάπκας, χάρη στις ενέργειές του η Λάρισα έλυσε το πρόβλημα της ύδρευσης με τον καλύτερο δυνατό τρόπο, αναφέρει τον τρόπο με τον οποίο υδρεύονταν η πόλης μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του 1920: «Η πόλις κτισμένη επί της δεξιάς όχθης του Πηνειού, επί Τουρκοκρατίας εξ αυτού υδρεύετο. Το ύδωρ μετεφέρετο υπό υδροφόρων, των λεγομένων σακατζήδων, εις ασκούς δερματίνους, τους λεγομένους σακάδες, χωρητικότητος εκάστου 35-40 οκάδων, φερομένους ως πλήρες φορτίον επί ίππων ανά δύο. Το ύδωρ ηντλείτο εκ της κοίτης του Πηνειού και ιδίως κατεβάλλετο προσπάθεια να λαμβάνεται εκ του κεντρικού ρεύματος του ποταμού. Κατόπιν οι δερμάτινοι ασκοί αντεκατεστάθησαν δια βυτίων, φερομένων επί τροχοφόρου βάσεως, συρομένων δι’ ίππων. Η άντλησις του ύδατος αντεκατεστάθη υπό πετρελαιοκινήτων αντλιών, τοποθετημένων εις τας όχθας, εις δεξαμενάς σιδηράς, αρκετής χωρητικότητος, και εξ αυτών ελάμβανον δια κρουνών τα βυτία το ύδωρ».

Θεσσαλία Πηνειός. Καρτ ποστάλ του Στέφ. Στουρνάρα (Βόλος) Νο 237, της περιόδου 1907-10.

Η λήψη της φωτογραφίας είναι περίπου στο σημείο κάτω από το σημερινό Κηποθέατρο,  ανάμεσα από το Αλκαζάρ και τη συνοικία Ταμπάκικα. Στη μέση του ποταμού υπήρχε μια ξέρα που οι κάτοικοι ονόμαζαν «νησάκι», η οποία δίχαζε σ΄εκείνο το σημείο το ποτάμι και ήταν ευμεγέθης γι αυτό το λόγο και της είχε αποδοθεί το προσωνύμιο «Νησάκι». Με τα έργα διευθέτησης της κοίτης και της ροής του Πηνειού το νησάκι ενσωματώθηκε στην παρόχθια κοίτη.

Συνεχίζεται...

Θωμάς Ζ. Κυριάκος

thomask.larissa@gmail.com
-------------------------------------------------------------------------------------------------------------
[4] Days of Khaki. Mainland Greece and Crete. Francis Clive Lowe. Κεφ. 7 «Η ανατίναξη μιας γέφυρας»
[5] Εκείνη την εποχή τις περισσότερες φωτογραφίες τις έστελνε ο Ιπποκράτης Κουτσίνας και ο Σωκράτης Γκολφινόπουλος.
Δημοσιεύθηκε στη Larissa Press στις 5 Απριλίου 2020

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις